οι πέντε αρχές:
Solus Christus: Μόνο ο Χριστός.
Οι Προτεστάντες χαρακτηρίζουν τα
δόγματα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας σχετικά με τον Πάπα ως εκπρόσωπο του
Χριστού επί της γης, την αρχή των αγαθών έργων, και την ιδέα για
"αξιομισθίες αγίων" οι οποίες αποθηκεύονται και οι πιστοί μπορούν να
επωφεληθούν από αυτές, ως άρνηση του ότι ο Χριστός είναι ο μόνος μεσολαβητής
μεταξύ Θεού και ανθρώπων.
Sola scriptura: Μόνο η Γραφή.
Οι Προτεστάντες δέχονται ως μόνη
αυθεντία την Αγία Γραφή, ταυτίζοντάς την με την Αποκάλυψη του Θεού. Πιστεύουν
ότι οι διδασκαλίες της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (και κατ' επέκταση, της
Ορθόδοξης)[1] συσκοτίζουν τις διδασκαλίες της Αγίας Γραφής μπερδεύοντάς τις με
την εκκλησιαστική ιστορία και δόγματα που προέκυψαν στη συνέχεια.
Sola fide: Μόνο η πίστη.
Οι Προτεστάντες πιστεύουν ότι η
πίστη στον Χριστό μονάχα είναι αρκετή για την αιώνια σωτηρία, σε αντίθεση με
τους Καθολικούς που θεωρούν ότι η πίστη χωρίς έργα είναι νεκρή, και θεωρούν ότι
η διάπραξη καλών έργων επιβεβαιώνει την πίστη στον Χριστό και τη διδασκαλία
Του.
Sola gratia: Μόνο η Χάρη.
Η Ρωμαιοκαθολική πίστη για τα
μέσα της σωτηρίας θεωρείται από τους Προτεστάντες ως μείγμα εμπιστοσύνης στη
Χάρη του Θεού και πεποίθηση στα οφέλη των καλών έργων που κάνει με αγάπη ο
άνθρωπος από μόνος του. Οι Μεταρρυθμιστές πήραν τη θέση ότι η σωτηρία εξαρτάται
αποκλειστικά από τα δώρα του Θεού, τα οποία διανέμει το Άγιο Πνεύμα σύμφωνα με
το απολυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού.
Soli Deo gloria: Δόξα μόνο στο Θεό.
Η δόξα οφείλεται αποκλειστικά στο
Θεό, αφού η σωτηρία οφείλεται αποκλειστικά στο δικό Του θέλημα και δράση - όχι
μόνο στο δώρο της εξιλαστήριας θυσίας του Χριστού στο σταυρό, αλλά επίσης στο
δώρο της πίστης σ' αυτή την εξιλέωση, η οποία δημιουργείται στην καρδιά του
Χριστού από το Άγιο Πνεύμα. Οι μεταρρυθμιστές πίστευαν ότι τα ανθρώπινα όντα,
οι Πάπες, ακόμα και οι άγιοι, δεν αξίζουν τη δόξα που τους αποδίδεται.
Άλλα βασικά δόγματα του
Προτεσταντισμού είναι τα εξής:
Η Αγία Γραφή μπορεί να
ερμηνεύεται κατά συνείδηση.
Η ιεροσύνη δεν είναι ιδιαίτερο
μυστήριο, αλλά κάθε Χριστιανός είναι ιερέας.
Ο γάμος είναι θεμιτός για τους
λειτουργούς της εκκλησίας (πράγμα που ήδη ίσχυε από τα αρχαία χρόνια στην
Ορθόδοξη Εκκλησία αλλά όχι στη Ρωμαιοκαθολική).
Η Θεία Λειτουργία πρέπει να
γίνεται, όχι στη λατινική γλώσσα, αλλά στις τοπικές, κατανοητές για τον απλό
κόσμο, γλώσσες. (Άρνηση του καθολικού δόγματος για τις "τρεις ιερές
γλώσσες". Η θέση αυτή συμπίπτει με τη θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας).
Τα μοναδικά μυστήρια που είναι
πραγματικά και ολοκληρωμένα είναι το Βάπτισμα και η Θεία Ευχαριστία.
Η Καθολική αρχή (που είναι κοινή
με της Ορθόδοξης Εκκλησίας) δίδασκε την υπεροχή της Εκκλησίας επί της Γραφής, καθώς
η Καινή Διαθήκη γράφτηκε για να υπηρετεί την Εκκλησία, η οποία κατά το 2ο μ.Χ.
αιώνα, αποδέχτηκε ορισμένα κείμενα της Γραφής και απέρριψε άλλα καθώς συνέτασσε
τον Κανόνας της Αγίας Γραφής. Σύμφωνα όμως με την κοινή παράδοση του Έρασμου
και του Λούθηρου η Εκκλησία δεν είναι αλάθητη, ενώ πρέπει να είναι διάκονος του
λόγου του Θεού, ο οποίος ταυτίζεται με την Αγία Γραφή και θεωρείται ότι υπήρξε
πριν από την Εκκλησία και είναι το θεμέλιο της.
Έτσι, ο Λούθηρος με τον Ιωάννη Καλβίνο κήρυξαν ότι η
ανθρωπότητα είναι αμαρτωλή και διεφθαρμένη και το χάσμα μεταξύ ανθρώπου και
Θεού είναι πολύ μεγάλο για να υπερνικηθεί από ανθρώπινα έργα. Μόνο ο Θεός
μπορεί να σώσει τον ενώ ούτε και ο πιο χαρισματικός δεν αξίζει μία θέση μεταξύ
των εκλεκτών.»
Η αντίδραση της ρωμ/κής εκκλησίας μετά τη Μεταρρύθμιση
Τα μέτρα που πήρε η
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία για να αντιμετωπίσει τη Μεταρρύθμιση ονομάζονται
Αντιμεταρρύθμιση. To κυριότερο από αυτά ήταν η σύγκληση της Συνόδου του
Τριδέντο (Τρέντο της Βόρειας Ιταλίας). Oι εργασίες της έλαβαν χώρα σε τρεις
περιόδους από το 1545 ως το 1563 μ.Χ. Με αυτή τη Σύνοδο προβλήθηκε η
ρωμαιοκαθολική διδασκαλία σε αντιδιαστολή με την προτεσταντική και η
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αναγνώρισε ως δόγματα πολλές μέχρι τότε θεολογικές
απόψεις. Ως απάντηση στους Προτεστάντες που απέρριψαν την Ιερή Παράδοση,
τονίστηκε το ισόκυρο της Αγίας Γραφής και της Ιερής Παράδοσης. Η Σύνοδος
επιβεβαίωσε ότι ο Πάπας συγκεντρώνει κάθε εξουσία και αυθεντία και ότι όλοι οι
πιστοί τού οφείλουν υποταγή. Δέχτηκε το καθαρτήριο πυρ και τον αποκλεισμό των
λαϊκών από το ποτήριο της Θείας Ευχαριστίας. Όρισε να δίνουν άφεση αμαρτιών
μόνο οι κληρικοί, επιβάλλοντας ποινές, και επισημοποίησε τη χρήση των
αγαλμάτων, εκτός από τις εικόνες μέσα στους ναούς.
Η Ιερά Εξέταση: Παράλληλα, επιχειρήθηκε η καταστολή των
μεταρρυθμιστικών ιδεών με την αναδιοργάνωση της Ιεράς Εξέτασης, ενός
μεσαιωνικού θεσμού που είχε πέσει σε αχρηστία. Οι ιεροεξεταστές, προκειμένου να
κάμψουν το φρόνημα των μεταρρυθμιστών ή αιρετικών, κατά την άποψη της Καθολικής
Εκκλησίας, μετέρχονταν κάθε μέσο, συμπεριλαμβανομένων παντός είδους
βασανιστηρίων και της καύσης πάνω στην πυρά
Η λογοκρισία: Επειδή στη διάδοση των μεταρρυθμιστικών ιδεών
η συμβολή του βιβλίου ήταν αποφασιστική, η Καθολική Εκκλησία ίδρυσε στη Ρώμη
ένα Συμβούλιο Λογοκρισίας, με έργο να συντάσσει κατά διαστήματα έναν κατάλογο
απαγορευμένων βιβλίων (Index Librorum Prohibitorum), όχι μόνο θεολογικών αλλά και
φιλολογικών ή επιστημονικών, που κατά την άποψη της Εκκλησίας περιείχαν
αιρετικές θέσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου